- ἔχαιρεν
- χαίρωrejoiceimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
CABALLINUS — I. CABALLINUS cognomen inditum Constantino Copronymo Imperatori Constantinopol. quod equini stercoris (Caballinum dicti, qpud Marcellum Empiricum c. 8. et 10.) odore ac tactu delectaretur. Anastasius ad Synodum VIII. Constantinopol. Stercoralis… … Hofmann J. Lexicon universale
ευφραίνω — (ΑΜ εὐφραίνω, Α επικ. τ. ἐϋφραίνω) [εύφρων] 1. δημιουργώ, προξενώ σε κάποιον ευφροσύνη, χαροποιώ, καλοκαρδίζω (α. «με το τραγούδι σου τον ύπνο μου να ευφραίνεις», Βαλαωρ. β. «ἐϋφραίνοιτε γυναῑκας», Ομ. Οδ.) 2. και μέσ. ευφραίνομαι αισθάνομαι… … Dictionary of Greek
φιλαθήναιος — ον, Α φίλος τών Αθηναίων («φιλέλλην ἀκούων ἔχαιρεν, ἔτι δὲ μᾱλλον φιλαθήναιος», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + Ἀθηναῖος] … Dictionary of Greek